Γιάννης Α. Μυλόπουλος
Η παραπομπή σε ειδικό δικαστήριο του Νίκου Παππά είναι η πιο ατράνταχτη απόδειξη της εντιμότητας των κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί όπως είπε χαρακτηριστικά ο πρώην πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας κατά τη σχετική κοινοβουλευτική διαδικασία που κατέληξε στην παραπομπή του πρώην υπουργού:
"Και ανάποδα να μας γυρίσετε, δεν θα πέσει ούτε κέρμα"
Η παραπομπή του Νίκου Παππά σε ειδικό δικαστήριο για το πλημμέλημα της παράβασης καθήκοντος, όπως κατέληξε, ενώ η όλη διαδικασία ξεκίνησε πανηγυρικά για την κυβέρνηση της ΝΔ σαν δήθεν δωροδοκία του πρώην υπουργού σε βαθμό κακουργήματος, κάτι που δεν τους βγήκε γιατί απλώς δεν συνέβη, είναι η πιο αξιόπιστη και η πιο τεκμηριωμένη απόδειξη ότι όσο κι αν έψαξαν για να βρουν έστω και ένα παράπτωμα διαφθοράς στις κυβερνήσεις ΣΥΡΙΖΑ, δεν βρήκαν το παραμικρό.
Τι βρήκαν όμως αντί για διαφθορά;
Στην μεν περίπτωση Παπαγγελόπουλου, αντέστρεψαν το αποδεδειγμένο από ξένες κυβερνήσεις σκάνδαλο διαφθοράς της NOVARTIS, στο οποίο ήταν αναμεμειγμένοι υπουργοί της κυβέρνησης ΝΔ και ΚΙΝΑΛ, κατηγορώντας για… σκευωρία τον πρώην υπουργό του ΣΥΡΙΖΑ που προσπάθησε να το αποκαλύψει. Κατηγόρησαν δηλαδή τον Παπαγγελόπουλο επειδή προσπάθησε να αποκαλύψει ένα σκάνδαλο διαφθοράς εκατομμυρίων ευρώ σε βάρος του ελληνικού δημοσίου, συγκαλύπτοντας έτσι, μέσω του κατασκευασμένου σκανδάλου, το πραγματικό σκάνδαλο διαφθοράς.
Στην περίπτωση Παππά από την άλλη, κατηγορούν τον πρώην υπουργό του ΣΥΡΙΖΑ επειδή ήταν ο πρώτος και μοναδικός μεταπολιτευτικά πολιτικός που προσπάθησε και το πέτυχε, να πληρώσουν στο δημόσιο οι ιδιοκτήτες των καναλιών, έναντι του προνομίου που απολαμβάνουν να επηρεάζουν την κοινή γνώμη μέσω των τηλεοπτικών συχνοτήτων που μέχρι τώρα τους παρέχονταν δωρεάν.
Ο Παππάς δηλαδή κατηγορείται γιατί ανάγκασε να πληρώσουν στο δημόσιο αυτοί που ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής είχε αποκαλέσει «νταβατζήδες». Τους οποίους η κυβέρνηση Μητσοτάκη αποκατέστησε πλήρως μόλις ήρθε στην κυβέρνηση, «χορηγώντας» τους με δεκάδες εκατομμύρια ευρώ δημόσιου χρήματος και ακόμη απαλάσσοντάς τους από την υποχρέωση υποβολής πόθεν έσχες.
Κάτι θα ήξερε, βέβαια, ο Μητσοτάκης που απάλλαξε τους καναλάρχες από αυτή την υποχρέωση, αφού ο ίδιος σήμερα βρίσκεται στην εξαιρετικά δύσκολη, για πρωθυπουργό, θέση να κατηγορείται ο ίδιος για ψευδείς δηλώσεις πόθεν έσχες επί 4 συναπτά έτη. Χωρίς ακόμη να έχει απαντήσει ούτε ο ίδιος, ούτε και η κυβέρνηση για την ουσία της κατηγορίας. Αλλά χωρίς ούτε και να έχουν κινηθεί ακόμη οι κρατικοί ελεγκτικοί μηχανισμοί, ως όφειλαν.
Και στις δύο περιπτώσεις λοιπόν παραπομπής πρώην υπουργών του ΣΥΡΙΖΑ σε ειδικά δικαστήρια δεν υπήρξε ούτε αδίκημα διαφθοράς, ούτε παράπτωμα που να έχει ζημιώσει το ελληνικό δημόσιο από πράξεις και παραλήψεις τους.
Αντίθετα και στις δύο περιπτώσεις παρουσιάστηκε εντέχνως σαν αδίκημα η προσπάθεια των πρώην υπουργών να προστατέψουν το δημόσιο συμφέρον από τα ιδιωτικά συμφέροντα που το λυμαίνονταν.
Και βέβαια την οίησή τους αυτή, ότι θα μπορούσε μια έντιμη κυβέρνηση της Αριστεράς να στριμώξει τους κάποτε θεωρούμενους «νταβατζήδες» του Κώστα Καραμανλή, οι οποίοι απομυζούν το δημόσιο απολαμβάνοντας κέρδη και οφέλη, την πλήρωσαν οι πρώην υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ ακριβά, παραπεμπόμενοι οι ίδιοι σε Ειδικά Δικαστήρια.
Διότι στην Ελλάδα του Μητσοτάκη η επιδίωξη της προστασίας του δημόσιου από τα ιδιωτικά συμφέροντα θεωρείται πράξη ισότιμη με τη διαφθορά.
Στην περίπτωση της παραπομπής του Νίκου Παππά υπάρχει όμως ακόμη μια χαρακτηριστική, για το ήθος που έχει επιβάλει στα δημόσια πράγματα η κυβέρνηση Μητσοτάκη, ιδιαιτερότητα.
Κατηγορείται ο Παππάς, πρώην υπουργός των κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ, για το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος, επειδή επιδίωξε, λένε, να στήσει κανάλι φιλικό προς την κυβέρνησή του.
Και κατηγορείται ο ΣΥΡΙΖΑ, που δεν είχε ποτέ και εξακολουθεί να μην έχει ούτε ένα κανάλι φιλικό προς αυτόν, από εκείνους που χειραγωγούν, ελέγχουν και χρηματοδοτούν με δημόσιο χρήμα όλα τα ιδιωτικά ΜΜΕ.
Κατηγορείται δηλαδή ο πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ όχι για τις πράξεις του, αλλά για την πρόθεσή του να αποκτήσει κανάλι φιλικό η κυβέρνησή του, από μια κυβέρνηση που έκανε πράξη τη διαπλοκή.
Αφού δύσκολα βρίσκεται σήμερα έστω και μια νομοθετική παρέμβαση της κυβέρνησης Μητσοτάκη που να μην ευνοεί τα συμφέροντα της οικονομικής ολιγαρχίας, η οποία έχει υπό τον πλήρη έλεγχό της και τα ΜΜΕ.
Η ιστορία διδάσκει, αλλά η οικογένεια
Μητσοτάκη δεν φαίνεται να διδάσκεται από αυτήν. Από τις 6 παραπομπές σε
ειδικά δικαστήρια της μεταπολίτευσης που τελεσφόρησαν και έφτασαν μέχρι
το ακροατήριο, συμπεριλαμβανομένων και των δύο τωρινών σε βάρος
Παπαγγελόπουλου και Παππά, οι 5 παραπομπές αποφασίστηκαν από τις
κυβερνήσεις στις οποίες πρωθυπουργοί ήταν ο πατέρας και ο γιος
Μητσοτάκης. Οι δύο μάλιστα αφορούσαν, μεταξύ άλλων, την παραπομπή του
μεγάλου ανταγωνιστή και πολιτικού αντιπάλου του πατρός Μητσοτάκη, του
Ανδρέα Παπανδρέου, την εποχή που ονομάστηκε «βρώμικο ‘89».
Υπενθυμίζεται ότι ο πατέρας του σημερινού πρωθυπουργού τιμωρήθηκε από το
λαό για την ύβρι του να παραπέμψει εκδικητικά τον πολιτικό του
αντίπαλο, καθώς έχασε την κυβέρνηση ένα χρόνο μετά την αθώωση του Ανδρέα
Παπανδρέου.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι υπότροπος. Προσπάθησε, αλλά δεν του βγήκε η παραπομπή του ίδιου του Αλέξη Τσίπρα. Και γι’ αυτό παραπέμπει τώρα, σε μια ένδειξη εκδικητικής μανίας και πολιτικού αμοραλισμού, τον στενό συνεργάτη του πρώην πρωθυπουργού, προκειμένου να πλήξει εμμέσως τον ίδιο.
Ξεχνά όμως ο σημερινός πρωθυπουργός ότι τα ειδικά δικαστήρια, τόσο αντικειμενικά, όσο όμως και υποκειμενικά, στη συνείδηση του μέσου πολίτη, δεν είναι μέσα εξόντωσης των πολιτικών αντιπάλων της εκάστοτε κυβέρνησης. Η οποία μπορεί να τα χρησιμοποιήσει επειδή ευκαιριακά, εκείνη δηλαδή την εποχή που κυβερνά, διαθέτει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Έχει γυρίσματα ο καιρός. Διότι η πρόσφατη πολιτική ιστορία απέδειξε ότι όταν τα ειδικά δικαστήρια χρησιμοποιούνται σαν μέσον εξόντωσης των πολιτικών αντιπάλων, γίνονται μπούμερανγκ και πλήττουν τελικά αυτούς που προσπαθούν να τα αξιοποιήσουν, εντάσσοντάς τα στον μικροπολιτικό τους σχεδιασμό.
Αλλά και η ιστορία της αρχαίας Ελλάδας διδάσκει ότι η ύβρις, επί του παρόντος η αυθάδης και αλαζονική αξιοποίηση της πολιτικής δύναμης που προσφέρει για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα η λαϊκή ετυμηγορία, με σκοπό την εξόντωση των πολιτικών αντιπάλων, ακολουθείται πάντοτε από την άτι, τη νέμεση και την τίσι, οδηγώντας στην πτώση και την καταστροφή του υβριστή.
Το "βρώμικο ‘89" επανέρχεται σήμερα σαν «βρώμικο ‘21». Η ιστορία επαναλαμβάνεται, έστω και σαν φάρσα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αποποίηση ευθυνών: Το ιστολόγιο δεν παρέχει συμβουλές, προτροπές και καθοδήγηση.
Εισέρχεστε & εξέρχεστε με δική σας ευθύνη :)