Παρασκευή 17 Ιουνίου 2022

"Δεν υπάρχουν ελευθερίες με δόσεις. Η ελευθερία οφείλει να είναι πλήρης"


photo/pixabay

Μικέλα Χαρτουλάρη

Αιχμηρός και βαθιά προβληματισμένος, ο Κουβανός συγγραφέας Λεονάρδο Παδούρα δίνει την πρώτη του συνέντευξη με αφορμή το μυθιστόρημά του "Σαν σκόνη στον άνεμο", ένα κορυφαίο έργο για το ανοιχτό ζήτημα της εξορίας, του ξεριζωμού, της φυγής, της προσφυγιάς, όπου πρωταγωνιστεί η γενιά του που ενηλικιώθηκε με τη μεγάλη ουτοπία της Κουβανικής Επανάστασης.

"Το εμπορικό εμπάργκο των Ηνωμένων Πολιτειών απέναντι στην Κούβα είναι πραγματικό από το 1960, και είναι επιθετικό. Εμποδίζει ακόμα και την αγορά φαρμάκων ή συστατικών για την παρασκευή τους, εμποδίζει συνεργασίες, χρηματοοικονομικές συναλλαγές κ.ο.κ. Είναι μια κατάσταση που όλοι τη γνωρίζουν και που σε ορισμένες περιπτώσεις την παραδέχτηκαν ο πρόεδρος Ομπάμα και κυρίως η Χίλαρι Κλίντον… Δεν ξέρω πότε θα τελειώσει το εμπάργκο, ούτε πότε θα αρχίσει ο μετακαπιταλιστικός κόσμος και τι ρόλο θα έχουν σ’ αυτόν οι διανοούμενοι.

Αλλά σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο, ο ρόλος τους είναι να στέκονται κριτικά απέναντι στην κοινωνική πραγματικότητα, να είναι οι χρονικογράφοι της, οι δημιουργοί της μνήμης, οι ανυπότακτοι άνθρωποι που καταγγέλλουν ό,τι πρέπει να καταγγείλουν. Διότι αυτοί ξέρουν ότι ο σημερινός κόσμος είναι σκατά σχεδόν από όλες τις πλευρές, και θα έπρεπε, θα έπρεπε, να είναι καλύτερος. Ε! λοιπόν, όσο υπάρχει πείνα, αρρώστιες ιάσιμες που σκοτώνουν τους πιο φτωχούς, δικτατορίες, φονταμενταλισμοί, εξτρεμισμοί, οι διανοούμενοι, μεταξύ τους και οι ανήσυχοι λογοτέχνες, έχουν δουλειά να κάνουν. Αργότερα θα δούμε!". Αυτόν τον ρόλο κοινωνικής ευθύνης τιμά ο Κουβανός συγγραφέας Λεονάρδο Παδούρα από τα πρώτα του κιόλας μυθιστορήματα που ακολούθησαν τον τρόπο της νουάρ αστυνομικής λογοτεχνίας με πρωταγωνιστή τον πρώην αστυνομικό Μάριο Κόντε, μέχρι τα κορυφαία κοινωνικοπολιτικά έργα του.

Τέτοιο είναι το καινούργιο του μυθιστόρημα, το "Σαν σκόνη στον άνεμο", ένα σπουδαίο έργο, γενναίο και σπαραχτικό, σκληρό και διεισδυτικό, με βαθύ υπαρξιακό, πολιτικό και κοινωνικό προβληματισμό για το μεγάλο ζήτημα του καιρού μας: την εξορία. Ξεκινά από το παράδειγμα της κουβανικής διασποράς σε όλες της τις εκδοχές από το 1960 μέχρι το 2016, και στέκεται επάξια δίπλα στο «Ο άνθρωπος που αγαπούσε τα σκυλιά», το κορυφαίο μυθιστόρημά του για τις χαμένες ουτοπίες.

Φωτ.: Daniel Mordzinski

Εκεί πρωταγωνιστούσαν ο Λέων Τρότσκι και ο δολοφόνος του, Ραμόν Μερκαντέρ. Εδώ, πρωταγωνιστεί η «Συμμορία», μια πολυφυλετική παρέα ανήσυχων νέων με γερές σπουδές χάρη στις προτεραιότητες του καθεστώτος στην Κούβα. Ολες και όλοι συμμετείχαν στην προσπάθεια να πραγματωθεί η ουτοπία της Επανάστασης, όμως μετά την οικονομική και ηθική κρίση του 1990-1996 σκορπίζουν σαν «Σκόνη στον άνεμο». Αυτός ο στίχος των «Κάνσας» από το τραγούδι «Dust in the wind» τούς εκφράζει και δίνει τον τίτλο στο μυθιστόρημα.

Λογοτεχνικοί χαρακτήρες αριστοτεχνικά χτισμένοι, οι ήρωες του Παδούρα θα αναζητήσουν ατομικά πλέον και όχι συλλογικά την πραγμάτωσή τους. Και θα κουβαλήσουν μαζί τους στην εξορία τις ενοχές, τα τραύματα και τους φόβους τους, τις φιλοδοξίες, τις αμφιβολίες και τις αντιφάσεις τους, αλλά και τους κώδικες της συνενοχής τους, δοκιμασμένους στους κουβανικούς σεισμούς, ώσπου θα έρθουν αντιμέτωποι με το βαρύ μυστικό που τους συνδέει.

Το μυθιστόρημα ανεβάζει θερμοκρασία καθώς τους παρακολουθεί από κοντά στα 30 και στα 55 τους, συζητώντας τις ευθύνες τους αλλά και τα όνειρά τους χωρίς ποτέ να τους δικάζει. Ο Παδούρα βρίσκεται στην πιο ώριμη στιγμή του και χαρτογραφεί με τη μεγαλύτερη ευαισθησία όλες τις μάχες που δίνουν, τις μάχες κάθε ξεριζωμένου, κάθε φυγά, κάθε άπατρι, κάθε πρόσφυγα. Μάχες καλές και κακές, σε έναν πόλεμο με αμφίβολη έκβαση. Ή μήπως, όπως λέει η Κλάρα, η μόνη που παρέμεινε στην Αβάνα, «από ήττα σε ήττα μέχρι την τελική νίκη»;

● Το «Σαν σκόνη στον άνεμο» είναι το μεγάλο μυθιστόρημα της γενιάς σας, που έκανε θυσίες γιατί πίστεψε σε μια κοινωνία των ίσων. Από τη σημερινή προοπτική τι θεωρείτε πως θα ήταν προτιμότερο: να είχατε αμφιβολίες ως γενιά και να χάνατε την πίστη σας ή να διατηρούσατε την πίστη σας παρά τις αμφιβολίες σας;

Σήμερα δεν υπάρχει απάντηση σ’ αυτό το δίλημμα, ή υπάρχουν πολλές. Η ηρωίδα μου, η Κλάρα, προτιμά να αφήσει ανοιχτή την έκβαση μιας ιστορικής διαδικασίας, που είναι πολύ δύσκολο να την κρίνει κανείς με ακρίβεια. Κάναμε ό,τι κάναμε και πιστέψαμε σε ό,τι πιστέψαμε από επιλογή. Μια επιλογή που την αναλάβαμε γεμάτοι ελπίδες, αλλά και επειδή δεν μας έδωσαν άλλη επιλογή. Ή συμμετείχες ή ήσουν αποκλεισμένος. Τόσο απλά. Τώρα, κοιτάζοντας εκ των υστέρων εκείνη τη θυσία με τις ελπίδες της και με τις πραγματώσεις της που αναμφίβολα υπήρξαν, βλέπουμε ότι κατέληξε να οδηγήσει σ’ αυτό που έχουμε σήμερα: μια αίσθηση ήττας.

Η χώρα δεν ξέρει πού βρίσκεται, παρ’ όλα τα συνθήματα (λίγο-πολύ τα ίδια όπως πριν από τριάντα, σαράντα, πενήντα χρόνια) που κάθε φορά ηχούν και πιο κενά μπροστά σε μια θλιβερή κατάσταση πραγμάτων. Γι’ αυτό σήμερα φεύγουν κυρίως οι πιο νέοι, πολλοί από τους οποίους δεν πίστεψαν ποτέ σε τίποτα, παρά μόνο στο ότι η ζωή είναι μία και μοναδική και «έχουμε το δικαίωμα να τη ζήσουμε με τον τρόπο που εμείς αποφασίζουμε» – ένα δικαίωμα που εμείς στην ηλικία τους ούτε καν σκεφτήκαμε ότι μπορούσαμε ποτέ να έχουμε.

● Μια άλλη πρωταγωνίστριά σας, παντρεμένη, η Ελίσα, μένει έγκυος και αποφασίζει να κρατήσει το παιδί παρότι δεν γνωρίζει ποιος είναι ο πατέρας. Η ιστορία της θα μπορούσε να διαβαστεί και αλληγορικά. Μοιάζει σαν να προτείνετε στη γενιά σας να αντιμετωπίσει το παρελθόν αντί να το διαγράψει.

Οσο κι αν το θέλουμε, το παρελθόν δεν μπορεί να σβηστεί και καταδιώκει όλους τους χαρακτήρες του μυθιστορήματος. Μόνο που η Ελίσα είναι φύση πιο ριζοσπαστική, είναι μπλεγμένη σε μια κατάσταση πολύ πιο δραματική, και οι απαντήσεις της είναι πιο κατηγορηματικές. Εχει ανάγκη να υπερβεί το παρελθόν της για να ζήσει μια ζωή που η ίδια σιγά σιγά σχεδιάζει με εξαπατήσεις των άλλων, με αποκρύψεις, με φυγές. Ομως το παρελθόν πάντα τη φτάνει, γιατί είναι συμπυκνωμένο στην ύπαρξη της κόρης της. Οταν εκείνη θα μάθει την αληθινή της ταυτότητα, το παρελθόν θα πέσει σαν μετεωρίτης πάνω στο φρούριο που η Ελίσα έχτιζε επί χρόνια. Το ίδιο μπορεί να συμβεί με κάθε άνθρωπο που προσπαθεί να σβήσει, να ξεπεράσει, να ακυρώσει το παρελθόν.

● Από το ’60 πλήθος Κουβανοί/ές μπαίνουν στην περιπέτεια της εξορίας. Ποιοι λόγοι τούς οδήγησαν εκεί και πώς σχολιάζετε τη σημερινή πολιτική της Ευρώπης απέναντι στις μεταναστευτικές ροές;

Ο Κούντερα το έχει πει: κανένας δεν φεύγει από τον τόπο στον οποίο είναι ευτυχισμένος. Αυτή η ερώτηση θα χρειαζόταν ένα δοκίμιο, και φοβάμαι πως θα γίνω σχηματικός… Τη δεκαετία του 1960 φεύγουν από την Κούβα οι άνθρωποι που είχαν σχέση με το προηγούμενο καθεστώς, την πολύχρονη δικτατορία του Μπατίστα, ή εκείνοι που ζημιώνονταν από το νέο σύστημα που εδραιώθηκε μετά την Επανάσταση. Ηταν η υψηλή και μεσαία αστική τάξη, την οποία ακολούθησε ένα μέρος της μεσαίας εργατικής τάξης. Το 1980 δημιουργείται μια μεγάλη κρίση, πολλοί παύουν πια να πιστεύουν στο κοινωνικοπολιτικό σχέδιο, ακόμα και άνθρωποι που προηγουμένως το είχαν πιστέψει, η έξοδος είναι μεγάλη και η επιστροφή στη χώρα γίνεται πολύ δύσκολη.

Από το ’90 μέχρι και σήμερα η πλειονότητα όσων φεύγουν είναι άνθρωποι με κάποια προσδοκία, πολιτική, κοινωνική ή οικονομική και τελευταία κυρίως νέοι με πανεπιστημιακές σπουδές. Αυτό σημαίνει μια απώλεια ανθρώπινου κεφαλαίου πολύ σοβαρή για τη χώρα. Αλλά και οι χώρες προορισμού, δεν είναι ακριβώς ο παράδεισος. Υπάρχουν χώρες που στη μεταναστευτική πολιτική τους ξεχνούν ότι και οι ίδιες έχουν υπάρξει χώρες μεταναστών, και το γεγονός αυτό κάνει πολύ πιο μικρόψυχες τις επιλεκτικές και περισταλτικές πολιτικές τους. Στη Δύση βλέπεις απ’ όλα. Αλλά αυτό που αφθονεί είναι η επιλεκτική πολιτική απέναντι στους μετανάστες, για πολλούς λόγους, μεταξύ των οποίων ο φόβος για το «διαφορετικό».

● Την περίοδο 1990-1996 της «κρίσης-μέσα-στην-κρίση», όταν η Κούβα μένει χωρίς τη στήριξη της ΕΣΣΔ που διαλύεται και η έξοδος γίνεται ευκολότερη, εσείς παραμένετε στην Αβάνα. Γιατί; Θα ήσασταν ευπρόσδεκτος στις ΗΠΑ εάν «πουλούσατε» στα βιβλία σας τα αρνητικά στοιχεία της αντιφατικής πορείας του «κουβανικού παραδείγματος».

Αποφάσισα συνειδητά και ελεύθερα να παραμείνω, παρότι είχα κάθε ευκαιρία να φύγω. Είμαι ένας Κουβανός συγγραφέας που έχει ανάγκη την κουβανική πραγματικότητα για να τροφοδοτεί τη λογοτεχνία του. Εχω ένα ισχυρό αίσθημα του ανήκειν και δεν θέλησα να ζήσω τον σπαραγμό μιας εξορίας που θα είχε αλλάξει όλη μου τη ζωή, και ποιος ξέρει εάν θα είχα πια τον χρόνο και την έμπνευση για να γράψω τα μυθιστορήματά μου. Υπήρχαν πολλές υλικές δυσκολίες, και κοινωνικές και πολιτισμικές παρεξηγήσεις για κάποιες από τις δουλειές μου που βρήκαν εμπόδια στην κυκλοφορία τους. Αλλά αποφάσισα να αντέξω.

Από την άλλη πλευρά, είναι αλήθεια ότι υπάρχει στις ΗΠΑ μια συνειδητή πολιτική να δίνονται στους Κουβανούς μεταναστευτικά πλεονεκτήματα που δεν τα έχουν άλλοι μετανάστες ή πρόσφυγες από τη Λατινική Αμερική. Οι Κουβανοί έχουν εκμεταλλευτεί αυτή την πολιτική για να μεταναστεύουν και να δημιουργούν πιο εύκολα έναν ζωτικό χώρο στις ΗΠΑ, ειδικά στον Νότο της Φλόριντα

● Στο μυθιστόρημα χαρτογραφείτε και τη νεότερη γενιά των Κουβανών. Η Αδέλα, π.χ., που γεννήθηκε το 1990 στη Νέα Υόρκη, ενδιαφέρεται για την Κούβα, ενώ η μάνα της τη σιχαίνεται. Τι θα τη συμβουλεύατε για τη μετά τον Κάστρο Κούβα;

Δεν ξέρω. Η Αδέλα προσπαθεί να κατανοήσει την Κούβα ζώντας με έναν Κουβανό, πολύ Κουβανό, σε μια βορειοαμερικανική πόλη πολύ κουβανική. Δεν ξέρω όμως τι ρόλο θα μπορούσε να παίξει σε μια μελλοντική Κούβα. Σίγουρα θα ήταν από τους ανθρώπους που θα προτιμούσαν τη συμφιλίωση μεταξύ των Κουβανών από τον διχασμό, τη μισαλλοδοξία, τις εκδηλώσεις αντιπαλότητας που βλέπω σήμερα. Η εχθρότητα στη μία και στην άλλη όχθη είναι πολύ δυνατή και αυτό είναι θλιβερό.

Φωτ.: Daniel Mordzinski

● Στη «Διαφάνεια του χρόνου», το πιο πρόσφατο αστυνομικό μυθιστόρημά σας, καταγράφατε ένα είδος κοινωνικής αλλοτρίωσης στην Αβάνα

Οταν διαβάσετε το μυθιστόρημα που μόλις τελείωσα, θα νιώσετε φρίκη. Πιστεύω πως μπαίνω βαθιά σ’ αυτήν την κοινωνική αλλοτρίωση της τελευταίας δεκαετίας, σε αυτό το αίσθημα απομάγευσης, απαισιοδοξίας, απαυδίσματος των ανθρώπων, αυτό που έχω αποκαλέσει «ιστορική κόπωση», κυρίως του φίλου μου, του Μάριο Κόντε. Και το θέμα είναι ότι όταν μια κοινωνία αρχίσει να χάνει τις ελπίδες της, όταν ο αγώνας για την επιβίωση καταλαμβάνει κάθε ώρα της ζωής σου, όταν οικονομικά βρίσκεσαι στο όριο και κοινωνικά νιώθεις χαμένος (και, για παράδειγμα, επιλέγεις την εξορία), δεν μπορείς ως κοινωνία να βρεις απαντήσεις σε κανένα από τα προβλήματα που σε βασανίζουν. Τα υπόλοιπα… τα υπόλοιπα είναι ζούγκλα.

● Ποια μορφή ελευθερίας είναι η πιο σημαντική για εσάς;

Ολες. Η ελευθερία πρέπει να είναι ένα αγαθό που το βιώνει κανείς άνευ όρων… αν και με κάποια όρια, κυρίως ηθικά: η ελευθερία μου δεν μπορεί να συνεπάγεται την απώλεια της ελευθερίας των άλλων, ούτε μπορεί (ή θα έπρεπε να μην μπορεί) να προάγει στάσεις φασιστικές, ρατσιστικές, ξενοφοβικές, φονταμενταλιστικές (πολιτικές, θρησκευτικές κ.λπ.). Η ελευθερία θα έπρεπε να είναι η φυσική κατάσταση του ανθρώπου, η δυνατότητα να ασκεί την ελεύθερη βούληση. Όχι, δεν μπορεί να υπάρχουν ελευθερίες με δόσεις. Η ελευθερία οφείλει να είναι πλήρης.


📌 Ο Λεονάρδο Παδούρα έρχεται στην Αθήνα προσκεκλημένος του Φεστιβάλ ΛΕΑ και θα μιλήσει για το έργο του, μαζί με τον Σαντιάγο Ρονκαλιόλο και τον Ανδρέα Αποστολίδη στις 17/6 στο Μουσείο Μπενάκη (Πειραιώς) και μόνος, στις 20/6, στο Μουσείο Μπενάκη (Κουμπάρη). Συγγραφέας 14 μυθιστορημάτων έχει τιμηθεί με 50 βραβεία στη Νότια και τη Βόρεια Αμερική καθώς και στην Ευρώπη. Στην Ελλάδα το έργο του κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη σε μετάφραση του Κώστα Αθανασίου, τον οποίο και ευχαριστούμε για τη μετάφραση της συνέντευξης

πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αποποίηση ευθυνών: Το ιστολόγιο δεν παρέχει συμβουλές, προτροπές και καθοδήγηση.
Εισέρχεστε & εξέρχεστε με δική σας ευθύνη :)