Ο Επίκτητος γράφει στο Εγχειρίδιο: "Δεν είναι τα πράγματα που μας ταράζουν αλλά η άποψη που έχουμε γι’ αυτά· όταν λοιπόν εμποδιζόμαστε ή ταραζόμαστε ή λυπόμαστε, κανέναν άλλον να μην θεωρούμε ως υπαίτιο παρά τους εαυτούς μας, δηλαδή τις δοξασίες μας".
Μέσα από τη σωστή κρίση των εντυπώσεων (φαντασία), ισχυρίζεται ο Επίκτητος, μπορούμε να εξομαλύνουμε τη σχέση μας με τα πράγματα και κατ’ επέκταση τη συναισθηματική μας αντίδραση σε αυτά.
Οι δοξασίες των ανθρώπων για τα πράγματα, τι αντιλαμβάνονται ως δεδομένο και απόλυτο, τι θεωρούν κοινωνικά αποδεκτό ή όχι, αιχμαλωτίζουν τις κρίσεις τους και δεσμεύουν τη βούλησή τους. Εδώ συναντάμε τη σύγχρονη αφηγηματική θεραπεία (Gergen, White) και τη θέση της ότι, κάθε ερμηνεία είναι μια κατασκευή με πολιτιστικό και πολιτικό περιεχόμενο. Στοχαζόμενοι πάνω σ’ αυτήν την ερμηνεία είναι δυνατό να απαλλαγούμε από τη δικτατορία των αρνητικών συναισθημάτων.
Η Στωική αλλά και η σύγχρονη αφηγηματική φιλοσοφική συμβουλευτική προτείνουν μια διαδικασία για την απαλλαγή από την ψευδαίσθηση: Ξεκινάμε από τη στάση της αμφιβολίας, αμφισβητούμε ότι έχουμε δεχτεί ως Αλήθεια μέσα από τις κοινωνικά κατασκευασμένες αφηγήσεις, αναρωτιόμαστε πάνω στις σχέσεις με τα πράγματα που έχουν δομηθεί εξαιτίας αυτών των αφηγήσεων και επιδιώκουμε να κατανοήσουμε τη δική μας – συνεχώς αναιρούμενη – Αλήθεια
Η φύση για τους Στωικούς είναι ένα πράγμα στο οποίο μπορούν να αποδοθούν και σκέψη και έκταση. Ποια είναι όμως η σχέση του ανθρώπου με τη φύση και πως αυτός την αντιλαμβάνεται; Στο Στωικισμό το να είσαι καλός και ευτυχισμένος άνθρωπος σημαίνει ότι ζεις σύμφωνα με τη φύση, που δίνει ένα κοσμικό προσανατολισμό στην προσωπική ταυτότητα. Πως μπορεί όμως ο άνθρωπος να σχεδιάσει μια ζωή σύμφωνη με τη φύση και την αλήθεια της φύσης και πιο είναι το κριτήριο της αλήθειας αυτής; Πως αποδεικνύεται η αλήθεια και πως συντελείται η “ετεροίωση του Ηγεμονικού”;
Οι Στωικοί υποστηρίζουν ότι η φύση είναι αρμονική, αιτιοκρατική και φανερώνει τις προθέσεις της μέσα από τον Λόγο. Οι Σκεπτικοί όμως με τον Καρνεάδη άσκησαν σκληρή κριτική σ’ αυτή τη θέση και στο ότι μπορούμε να γνωρίζουμε τι είναι η φύση έτσι ώστε να ζούμε σύμφωνα με αυτήν.
Ο Καρνεάδης αμφισβήτησε την γνωστική ικανότητα του ανθρώπου σε σχέση με την πραγματική ουσία της φύσης και κατά συνέπεια της ανθρώπινης φύσης. Καμιά κρίση, ισχυρίζεται ο Καρνεάδης, δεν μπορούμε να διατυπώσουμε για τη φύση, γιατί έτσι θα δώσουμε συγκατάθεση σε κάτι “μη προφανές”, και επισημαίνει την περίφημη υπόθεση του Ηράκλειτου “Φύσις κρύπτεσθαι φιλεί”.
Σύμφωνα με τον Ηράκλειτο και επειδή στη φύση αρέσει να κρύβεται, η θέση τού να “ζούμε σύμφωνα με τη φύση”, πρέπει να αναθεωρηθεί και να προταθεί ως ” να ζούμε σύμφωνα με αυτό που φαίνεται σε μας ότι είναι η φύση”. Με άλλα λόγια να ζούμε σύμφωνα με μια υπόθεση, μια ερμηνεία.
Και σ’αυτό μάλλον συμφωνούν και οι στοχαστές του μεταμοντερνισμού. Ο Ντεριντά θα μιλήσει για την εμπειρία του “αδύνατου” , την κατανόηση αυτή που θα μας κάνει να αναγνωρίσουμε ότι δεν μπορούμε να γνωρίσουμε την αλήθεια γιατί πάντα ανάμεσα σε μας και την αλήθεια παρεμβάλλεται μια άλλη δυναμική. Ετσι ο άνθρωπος, απαλλάσσει τον εαυτό του από τη δικτατορία της αλήθειας και εισάγεται στην ψυχολογική αρμονία που επιφέρει αυτή η συνειδητοποίηση.
Στη φιλοσοφική συμβουλευτική η διαδικασία αυτή είναι βασική και επιτυγχάνεται μέσα από την πρακτική του Στωικού ασκητισμού, όχι όμως ως αναχωρητισμός αλλά ως μια ενδελεχής αυτοπαρατήρηση με στόχο το μεταγενέστερο άνοιγμα του υποκειμένου προς τον κόσμο
Αν υποφέρουμε, λέει ο Επίκτητος, είναι γιατί έχουμε δημιουργήσει λάθος επιθυμίες εξαιτίας των δοξασιών μας και αν καταφέρουμε να τροποποιήσουμε τις επιθυμίες μας θα είναι δυνατό να αντέξουμε τις καταστάσεις που μας ταλαιπωρούν.
Η θέση αυτή του Επίκτητου για την επιθυμία και την καταστολή της δημιουργεί ένα ζήτημα στο οποίο οι μεταστρουκτουραλιστές φιλόσοφοι και κυρίως ο Γάλλος J.Deleuze αναφέρθηκαν εκτεταμένα. Ο Γάλλος στοχαστής θεωρεί την επιθυμία ως παραγωγική και δημιουργική δύναμη, μια διαδικασία εδραίωσης της προσωπικής μας ελευθερίας.
Και τίθεται το ερώτημα: ο άνθρωπος νοιώθει δυστυχισμένος επειδή δεν μπορεί να προσαρμόσει τις επιθυμίες του στην πραγματικότητα ή επειδή η πραγματικότητα είναι όντως ανυπόφορη; Αφήνοντας ελεύθερες τις επιθυμίες μας και την παραγωγική τους δύναμη, μπορούμε να επηρεάσουμε την ανυπόφορη πραγματικότητα;
Πηγή
O Επίκτητος κάνει διαφορετική προσέγγιση από το Deleuze.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν είναι σωστό να βάζουμε τις δυο απόψεις δίπλα δίπλα προς σύγκριση.
Είναι σημαντικό να δοθεί ακριβές ορισμός της επιθυμίας και μετά να υπάρξει η ανάλυση.