Η εργασιακή φτώχεια είναι το φαινόμενο που θα μας απασχολήσει τα χρόνια που έρχονται. Και αυτό διότι το επίπεδο του διάμεσου μισθού ακόμη και στις δυτικές κοινωνίες έχει αρχίσει να πέφτει πολύ χαμηλά.
Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχουν αρκετοί εισοδηματικοί πόροι για τα νοικοκυριά, προκειμένου να διαβιώνουν αξιοπρεπώς, με αποτέλεσμα να βρίσκονται πολύ κοντά στο όριο της φτώχειας.
Το 2016, 118 εκατομμύρια άτομα στην ΕΕ ζούσαν σε νοικοκυριά που κινδύνευαν από φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό , σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της EUROSTAT.
Πιο αναλυτικά:
Το 17,3% του πληθυσμού της ΕΕ βρισκόταν σε κίνδυνο φτώχειας το 2016.
Το 10,5% του πληθυσμού ηλικίας 0-59 ετών στην ΕΕ ζούσε σε νοικοκυριά με πολύ χαμηλή ένταση εργασίας το 2016.
Το 2016, το 7,5% του πληθυσμού στην ΕΕ στερήθηκε βασικά αγαθά.
Το 2016, στην ΕΕ των 28, υπήρχαν 118,0 εκατομμύρια άτομα που ζούσαν σε νοικοκυριά που διατρέχουν κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού (ΑΠΟΡΟΙ) , που αντιστοιχούν στο 23,5% του συνόλου του πληθυσμού. Τα άτομα που κινδύνευαν από τη φτώχεια ή τον κοινωνικό αποκλεισμό βρίσκονταν σε μία τουλάχιστον από τις ακόλουθες κατηγορίες:
- σε κίνδυνο φτώχειας μετά από κοινωνικές μεταβιβάσεις (εισοδηματική φτώχεια),
- ουσιωδώς στερημένα,
- ζούσαν σε νοικοκυριά με πολύ χαμηλή ένταση εργασίας .
Οι φτωχοί εργαζόμενοι αποτελούν σήμερα μια μεγάλη μερίδα πληθυσμού στην Ευρώπη. Οι κυβερνήσεις όμως των κρατών-μελών, οι κοινωνικοί εταίροι και η ίδια η ΕΕ έχουν προσεγγίσει το θέμα περισσότερο μέσω της φτώχειας γενικότερα και δεν έχουν εστιάσει σε συγκεκριμένα μέτρα για την ενθάρρυνση της εργασίας και της εγχώριας επιχειρηματικότητας που μπορεί να ανοίξει μόνιμες θέσεις εργασίας.
Κατά συνέπεια, οι πολιτικές που είναι σχεδιασμένες ειδικά για την προστασία ή τη βελτίωση της κατάστασης των φτωχών εργαζομένων είναι περιορισμένες και αναποτελεσματικές.
Ένας επαρκής ελάχιστος μισθός, αποτελεί πυλώνα κοινωνικής προστασίας για τους φτωχούς εργαζόμενους και είναι σαφές ότι θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στο ελάχιστο εισόδημα των νοικοκυριών ώστε να αντανακλά με ακρίβεια την κατάσταση πολλών εργαζομένων.
Η αύξηση της φτώχειας στην εργασία κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης είχε ευρύ κοινωνικό αντίκτυπο και δεν αποτελεί απλά ένα στατιστικό ζήτημα. Η φτώχεια στην εργασία είναι ένα τεράστιο πρόβλημα που απλώνεται σε όλη την Ευρώπη και απαιτεί ειδική προσοχή από τις κυβερνήσεις τους κοινωνικούς και οικονομικούς εταίρους.
Ο κίνδυνος φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού έχει αντιμετωπισθεί με την διευκόλυνση κυρίως στις μεγάλες επιχειρήσεις και τις πολυεθνικές να χρησιμοποιούν την προσωρινή και εκ περιτροπής απασχόληση και κατά συνέπεια επισφαλή εργασία, σαν την κυρίαρχη σχέση εργασίας, πολιτική που όχι μόνο δεν λύνει το πρόβλημα αλλά το οξύνει ακόμη περισσότερο, καθώς τείνουν να εξαπλωθούν γενικότερα αυτές οι μορφές εργασίας και να μετατρέψουμε ακόμη και όλους τους εργάτες σε τριτοκοσμικούς, αντί να εξαλείψουμε αυτά τα φαινόμενα και από τον τρίτα κόσμο.
Η φτώχεια στην εργασία δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί και να μετρηθεί, και αυτό καθιστά δύσκολη την κατανόηση της εργασιακής φτώχειας μεταξύ διαφορετικών ομάδων εργαζομένων, μεταξύ των χωρών, ειδικά σε περιόδους ταχείας οικονομικής αλλαγής.
Θα πρέπει να αναζητήσουμε σταθερά κατώτατα όρια φτώχειας ή μέτρα υλικής στέρησης, καθώς μπορούν να παρέχουν μια ακριβέστερη προσέγγιση για τη σύγκριση στην εργασία που παρουσιάζει τάσεις φτώχειας, μέσα σε ένα σύνολο χωρών.
Στην Ελλάδα, σύμφωνα με την «Έκθεση για Ελληνική Οικονομία και Απασχόληση -2018» του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, η εξέλιξη των μισθών κατά το 2017 εμφάνισε σταθεροποίηση στα χαμηλά επίπεδα τα οποία έχουν διαμορφωθεί. Στον ιδιωτικό τομέα αυξήθηκε σημαντικά το ποσοστό των χαμηλόμισθων εργαζομένων με καθαρές μηνιαίες αποδοχές κάτω των 700 ευρώ, το οποίο ανήλθε σε 37,4% το 2017.
Η εξάπλωση της μερικής απασχόλησης και η γενίκευση των ελαστικών σχέσεων εργασίας έχουν καταδικάσει μεγάλο τμήμα του εργαζόμενου πληθυσμού να διαβιώνει σε συνθήκες φτώχειας. Αυτό, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το ποσοστό φτώχειας σε εργαζομένους με συμβάσεις ορισμένου χρόνου κυμαίνεται περίπου σε τριπλάσια επίπεδα σε σχέση με τους εργαζομένους με συμβάσεις αορίστου χρόνου, καθιστά προφανές πως οι σταθερές και πλήρεις σχέσεις απασχόλησης εξασφαλίζουν σαφώς καλύτερη προστασία από τη φτωχοποίηση.
Παναγιώτα Μπλέτα: Σχετικά με τον συντάκτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αποποίηση ευθυνών: Το ιστολόγιο δεν παρέχει συμβουλές, προτροπές και καθοδήγηση.
Εισέρχεστε & εξέρχεστε με δική σας ευθύνη :)