Του Κωνσταντίνου Βαθιώτη*
Ανατριχιαστικές και άκρως επίκαιρες πληροφορίες για την αριθμοποίηση του λαού της ναζιστικής Γερμανίας περιέχονται στο βιβλίο των Γκετς Αλί (Götz Aly) και Καρλ Χάιντς Ροτ (Karl Heinz Roth) με τίτλο "Η ασταμάτητη καταγραφή. Καταμέτρηση, ταυτοποίηση και έλεγχος στο Τρίτο Ράιχ" (2022, σελ. 265 επ.).
Μετά το 1942, όταν προέκυψε η ανάγκη ολοένα και μεγαλύτερης κινητοποίησης των μαζών για καταναγκαστική εργασία, και με δεδομένο ότι βιβλιάριο εργασίας διέθεταν μόνο όσοι ανήκαν στην «κοινότητα συντρόφων του γερμανικού έθνους», ενώ δελτίο ταυτότητας (Kennkarte) ήταν υποχρεωμένες να φέρουν μόνο οι εθνικές και κοινωνικές μειοψηφίες, συνειδητοποιήθηκε ότι το Εθνικό Μητρώο ήταν πλέον ξεπερασμένο.
Η στρατολόγηση του πλήθους για την εκπλήρωση συγκεκριμένων καθηκόντων σχετιζόμενων με την άμυνα του Τρίτου Ράιχ απαιτούσε την ανακάλυψη όπλων εσωτερικής πολιτικής χρήσης που θα αποτελούσαν εγγύηση για την βέλτιστη καταγραφή και αξιολόγηση των ανθρώπων (innenpolitische Waffen zu entdecken, die »optimale Menschenerfassung und Auswertung« garantierten).
Ένα από αυτά τα όπλα ήταν ο αναγνωριστικός αριθμός (Kennzahl), ο οποίος έπρεπε να συνοδεύει κάθε κάτοικο του Τρίτου Ράιχ από την γέννησή του μέχρι τον θάνατό του. «Αυτός ο αριθμός δεν θα έπρεπε να είναι ένα οποιοδήποτε τυχαίο νούμερο, ούτε να προκύπτει από ένα σύστημα διαδοχικής αρίθμησης. Θα έπρεπε να συνιστά έναν «μαρτυριάρη» αριθμό (“sprechende” Zahl), έναν αριθμό ο οποίος θα είναι σε θέση να παρέχει βασικές πληροφορίες για τον φορέα του», κατά προτίμηση «πληροφορίες που έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί για την ταυτοποίησή του», δηλαδή, πέραν του ονόματός του πληροφορίες σχετικές με το φύλο του, τον τόπο και την ημερομηνία γεννήσεώς του. «Σε κάθε περίπτωση, ο αριθμός αυτός θα πρέπει να είναι απλός, δίχως ειδικούς χαρακτήρες, ένας αριθμός που θα μπορεί να παρατίθεται δίπλα σε όμοιους αριθμούς. Ένας τέτοιος αριθμός θα μπορεί εύκολα να αποτελεί μέρος μιας λίστας ή ενός καταλόγου».
Αυτά επισημαίνονταν από τον Γ. Βίβεγκ (J. Vieweg) στο άρθρο του υπό τον τίτλο «Αριθμοποίηση του λαού» (Volksnummerung) στο «Φύλλο εργασίας του Ράιχ» (Reichsarbeitsblatt) που είχε κυκλοφορήσει το 1944 (Reichsarbeitsblatt, Teil V, Soziales Deutschland, 1944, αριθμ. 22, σελ. 223-224).
Ο συντάκτης του άρθρου έδινε κάποιες πρόσθετες πληροφορίες για τον αριθμό αυτό, οι οποίες πρέπει να ταρακουνήσουν συθέμελα κάθε αναγνώστη που πρόκειται ευθύς αμέσως να τις διαβάσει, καθώς ήδη από το 2020 βρίσκεται αντιμέτωπος με την συστηματική προπαγάνδα που ασκούν εν Ελλάδι οι σύγχρονοι αντιγραφείς του ναζιστικού συστήματος αριθμοποίησης, οι οποίοι ψήφισαν τον νόμο για τον Προσωπικό Αριθμό, υποτίθεται για να καταπολεμήσουν το «τέρας της γραφειοκρατίας» και να οδηγήσουν την χώρα μας στον τεχνολογικό παράδεισο της προόδου και της ευημερίας (διάβαζε ανάποδα: στην τεχνολογική κόλαση της σκλαβιάς και της δυστυχίας):
«Από τη στιγμή που εισαχθεί ο αριθμός ταυτοποίησης, θα εμφανίζεται σε όλα τα επίσημα έγγραφα που αφορούν τον φορέα του συγκεκριμένου αριθμού: πιστοποιητικό γέννησης, πιστοποιητικά εμβολιασμού, πιστοποιητικό βάπτισης, σχολικά έγγραφα, άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, αστυνομική ταυτότητα, διαβατήριο και κάθε άλλο έγγραφο ταυτοποίησης, όπως κάρτες μέλους, πιστοποιητικά, βιβλιάριο εργασίας, βιβλιάριο υγείας, στρατιωτική ταυτότητα, πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης κ.λπ.».
ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΚΟ ΔΙΑΒΑΤΗΡΙΟ
Κατ’ ακριβολογίαν, το τελευταίο πιστοποιητικό ονομαζόταν γενεαλογικό διαβατήριο (Ahnenpaß), το οποίο είχε θεσπισθεί στη Γερμανία του 1933. Με αυτό το νομιμοποιητικό έγγραφο οι πολίτες πιστοποιούσαν ότι αποτελούν τμήμα του γερμανικού λαού ένεκα της γενεαλογίας τους και όχι ένεκα πολιτισμικών χαρακτηριστικών. Οι εμπνευστές του εν λόγω διαβατηρίου είχαν οραματισθεί τον γερμανικό λαό ως κοινότητα αίματος (Blutgemeinschaft) αποτελούμενη από ανθρώπους με εκ γενετής κοινά χαρακτηριστικά προσωπικότητας.
Προκειμένου να καταστεί εφικτός ο διαχωρισμός του πληθυσμού επί τη βάσει ρατσιστικών κριτηρίων και έτσι να επιφυλάσσεται προνομιακή μεταχείριση σε όσους ανήκουν στη γερμανική κοινότητα εις βάρος των ανεπιθύμητων μειονοτήτων, όπως π.χ. των Εβραίων, των Ρομά και των Σίντι, ήταν απαραίτητη η κατοχή του γενεαλογικού διαβατηρίου, το οποίο περιείχε στοιχεία σχετικά με τη γέννηση, τη βάπτιση, τον γάμο και τον θάνατο τόσο του κατόχου όσο και των ανιόντων του μέχρι πέμπτης γενεάς (επ’ αυτών βλ. Βαθιώτη, Από την πανδημία στην κλιματική αλλαγή, εκδ. Αλφειός, 2023, σελ. 217. Σημειωτέον ότι υγειονομικό διαβατήριο [Gesundheitspass] είχε θεσπισθεί και για τη λεγόμενη χιτλερική νεολαία, ειδικότερα για ανηλίκους 10-18 ετών, αλλά και για διπλοεμβολιασμένους μετανάστες!).
O Βίβεγκ συμπληρώνει ότι η εισαγωγή του Προσωπικού Αριθμού καθιστούσε απαραίτητη την διασύνδεση όλων των προϋφιστάμενων φακέλων με τον εν λόγω αριθμό (Karteiverzahnung) και την εναρμόνιση αυτών των φακέλων μεταξύ τους (Aufeinanderabgestimmtsein der verschiedenen Karteien mit sich), «ώστε να εξοικονομηθεί χρόνος και να απλοποιηθεί το έργο της αριθμοποίησης».
ΔΩΔΕΚΑΨΗΦΙΟΣ ΚΩΔΙΚΟΣ
Το άρθρο του Βίβεγκ γίνεται για όλους εμάς που διαβιούμε υπό το καθεστώς της κοινοβουλευτικής δικτατορίας της κυβέρνησης Μητσοτάκη ακόμη πιο τρομακτικό, αφού ο ναζιστικός προσωπικός αριθμός ήταν ένας δωδεκαψήφιος κωδικός, όπως δηλαδή προβλέπεται και για τον ελληνικό Προσωπικό Αριθμό («ο Π.Α. αποτελείται από δώδεκα αλφαριθμητικά στοιχεία»), κατ’ εφαρμογήν του Ν. 4727/2020, ο οποίος ψηφίσθηκε επί κυβερνήσεως Νέας Δημοκρατίας και πρωθυπουργίας Κυριάκου Μητσοτάκη, με ισχνές αντιδράσεις από μεμονωμένους βουλευτές.
Σύμφωνα με τις περαιτέρω πληροφορίες που προκύπτουν από το αποκαλυπτικό κείμενο του Βίβεγκ: «Ο εν λόγω αριθμός θα επανεμφανίζεται στο ίδιο τοπικό ληξιαρχείο σε διαφορετικές χρονιές. Γι’ αυτό τον λόγο ο αριθμός θα πρέπει να παρέχει στοιχεία που να οδηγούν σε συγκεκριμένο ληξιαρχείο και σε συγκεκριμένο έτος γέννησης. Απ’ όσο γνωρίζω, τη στιγμή που μιλάμε δεν υφίσταται κανένας αριθμητικός κώδικας που υποδεικνύει τον τόπο. […] Ως εκ τούτου, θα ήθελα να προτείνω έναν δωδεκαψήφιο κωδικό βασισμένο στην ακόλουθη λογική: το πρώτο ψηφίο υποδεικνύει το φύλο –το 1 χρησιμοποιείται για άνδρες, το 2 για γυναίκες. Το δεύτερο και το τρίτο ψηφίο υποδεικνύουν το έτος γέννησης. Τα υπόλοιπα ψηφία παρέχουν πληροφορίες για τον τόπο γέννησης, συμφώνως προς τον ταχυδρομικό κώδικα του Ράιχ. Τα τελευταία ψηφία αποτελούνται από τον αριθμό που δίνεται στο νεογέννητο στο τοπικό ληξιαρχείο. Τυχόν κενές θέσεις θα πληρούνται με τον αριθμό 0. […]».
ΕΦΙΑΛΤΙΚΗ ΕΠΟΧΗ
Εν συνεχεία, οι δύο συγγραφείς του βιβλίου για την «ασταμάτητη καταγραφή», δηλαδή οι Αλί και Ροτ, προβαίνουν σε έναν σχολιασμό που επίσης πρέπει να μας προκαλέσει έντονη ανησυχία για τον εφιάλτη της Νεοναζιστικής Εποχής που μας έχει ξημερώσει:
«Από τη στιγμή που το προηγούμενο σύστημα ταυτοποίησης δεν μπορούσε πια να ελέγξει τους ανθρώπους, η τρομοκράτησή τους συνδέθηκε με τις λειτουργίες του “μαρτυριάρη” αριθμού. Όλοι ήλπιζαν κρυφά σε έναν βομβαρδισμό των Συμμάχων που θα διέλυε τα συστήματα καταγραφής και μαζί τους ατομικούς φακέλους που στοίχειωναν τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων. Κάθε Γερμανός, όπου κι αν πήγαινε, ήταν υποχρεωμένος να ταυτοποιεί τον εαυτό του με αυτόν τον αριθμό».
Και συνεχίζουν: «Οπότε, το ιδανικό σενάριο καταγραφής περιελάμβανε: ψηφία που οδηγούσαν στην ατομική ταυτοποίηση, διαρκή καταγραφή στοιχείων και διάτρητες κάρτες. Παρόλο που αυτά τα όνειρα τεχνοκρατικής παντοδυναμίας πραγματοποιήθηκαν μονάχα σε πολύ μικρό βαθμό, οι τελευταίοι μήνες της εθνικοσοσιαλιστικής διακυβέρνησης ταυτίστηκαν με μια φρενήρη προσπάθεια δημιουργίας ενός γενικού συστήματος αριθμητικής ταυτοποίησης. Η καρδιά αυτής της αλλαγής δεν ήταν πια η αστυνομία, αλλά η Μηχανογραφική Υπηρεσία Αναφορών του γερμανικού στρατού και του Υπουργείου Εξοπλισμών».
Καταλήγοντας, οι συγγραφείς του τόσο επίκαιρου και ζοφερού για την Ελλάδα του 2025 βιβλίου τους παρατηρούν: «Βρισκόμασταν στους τελευταίους μήνες του πολέμου, αλλά αυτό ουδόλως επηρέασε το ξεκίνημα μιας νέας προσπάθειας να καταγραφεί η προσωπική κατάσταση των πολιτών. Στόχος ήταν η καταγραφή ακόμα και του τελευταίου ηλικιωμένου ή έφηβου αγοριού που θα μπορούσε να στελεχώσει την εθνοφυλακή, όπως επίσης η καταγραφή ακόμα και της τελευταίας εξηντάχρονης που θα μπορούσε να δουλέψει στην παραγωγή πυρομαχικών. Δίνοντας για προπαγανδιστικούς λόγους τον τίτλο “Αριθμοποίηση του λαού” (Volksnummerung), η Μηχανογραφική Υπηρεσία Αναφορών, υπό την ηγεσία του υπουργού Εξοπλισμών Albert Speer [Αλμπερτ Σπέερ»] είχε, μέχρι το 1943, επεξεργαστεί ένα νέο σύστημα δεδομένων: την ατομική καταγραφή των εργαζομένων».
Διαβάζοντας τα παραπάνω, ένα μόνο συμπέρασμα εξάγεται με βεβαιότητα: Ο ναζισμός δεν έφυγε ποτέ, απλώς επέστρεψε καμουφλαρισμένος, χρησιμοποιώντας την μάσκα της ανάποδης, οργουελικής Νεογλώσσας. Η παρούσα κυβέρνηση ετοιμάζεται να επιβάλει στον ελληνικό λαό τον ναζιστικής εμπνεύσεως Προσωπικό Αριθμό, ο οποίος, σε συνδυασμό με τις νέες ηλεκτρονικές ταυτότητες, θα χτίσει μια γρανιτένια, ψηφιακή φυλακή, στην οποία η συμπαγής πλειοψηφία προθύμως θα εγκλωβιστεί, νομίζοντας ότι είναι «για το καλό της».
*Πρ. Αναπλ. Καθηγητής Νομικής Σχολής ΔΠΘ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αποποίηση ευθυνών: Το ιστολόγιο δεν παρέχει συμβουλές, προτροπές και καθοδήγηση.
Εισέρχεστε & εξέρχεστε με δική σας ευθύνη :)