Του Απόστολου Αποστόλου*
Σε μια εποχή τύρβης και τριβής, εκεί όπου ο μετανεωτερικός άνθρωπος προσδιορίζεται ως ετεροκαθοριζόμενο δυναμικό κατευθυνόμενων σχέσεων, δηλαδή ως τερματικό δικτύων και μικρο-εργαλείο αυτονομημένων συστημάτων, θα μπορούσε άραγε να κατανοήσει τα Θεοφάνια;
Όλα αυτά αποτελούν «ψιλά» γράμματα σήμερα, γιατί η ιερή επιταγή είναι η επιβίωση, γιατί η επιθυμία για ζωή είναι κάτι σαν άγριος θάνατος, αλλά και γιατί η θέληση να ζεις έχει καταστεί περαστική πρόληψη στα τέλματα της συμβατικής διαβίωσης. Ποιο όραμα μπορεί να νικήσει τον παραπάνω κυρίαρχο κύκλο; Πώς να υποψιαστεί ο μετανεωτερικός άνθρωπος τη σχέση των κτιστών και των ακτίστων της άφατης εμπειρίας;
Αλλά πώς μπορεί επίσης να κατανοήσει ο σύγχρονος άνθρωπος το νερό ως πνεύμα Θεού («επεφέρετο επάνω του ύδατος», Γένεση 1,2), να πάει δηλαδή πέρα από τις επιστημονικές παραδοχές; Να συναντήσει τα αρχέτυπα του συνειδητού και του ασυνειδήτου (ψυχανάλυση), τον κόσμο και τις ιστορικές διαδρομές του; Στη Ριγκ-Βέδα συναντάμε ύμνους για τον Άγνι, τον γιο του νερού. Ο Μωυσής της Βίβλου, ο Κάρνα της ινδικής Μαχαμπαράτα, θεμελιωτής της Βαβυλώνας (2800 π.Χ.), και ο Σαργών έρχονται στο προσκήνιο της Ιστορίας από το νερό του ποταμού μέσα σε ένα καλάθι.
Το νερό συμβολίζει σε όλους τους πολιτισμούς τις δημιουργικές ανανεωτικές δυνάμεις. Γι’ αυτό δεν άφησε ασυγκίνητους ούτε τους φιλοσόφους ούτε τους ποιητές. Γίνεται αρχέτυπο ψυχής, αλλά και η μεγάλη ελπίδα επανακτήσεως του αρχαίου κάλλους. Ενώ η βάφτιση στο νερό και η κατάδυση σε εκείνο γίνονται καθαρτήρια διαδικασία.
Ο Ηράκλειτος έλεγε ότι ο θάνατος είναι σαν το νερό: «Ψυχῇσιν θάνατος ὕδωρ γενέσθαι, ὕδατι δὲ θάνατος γῆν γενέσθαι, ἐκ γῆς δὲ ὕδωρ γίνεται, ἐξ ὕδατος δὲ ψυχή» («Για τις ψυχές θάνατος είναι να γίνουν νερό, για το νερό θάνατος να γίνει γη, από τη γη γίνεται νερό κι απ’ το νερό ψυχή» (Απόσπ. 22). Ο Έντγκαρ Πόε, ρεμβάζοντας στις όχθες των ποταμών, διαμορφώνει την έννοια του άστρου της λίμνης. Το νερό για τον Πόε παίρνει την έννοια της μακρινής πατρίδας και παρασύρει όλο το τοπίο προς το πεπρωμένο του. Ενώ ο Πολ Ελιάρ βλέπει το νερό ως ένα παράξενο ποιητικό μηδέν. Ο χημικός και βοτανολόγος Χέρμαν Μπερχάαβε τόνιζε ότι όλα τα αντικείμενα μεταβλημένα σε σκόνη, πέτρες τούβλα κ.λπ., εκτεθειμένα στην ενέργεια της φωτιάς, χύνουν πάντα λίγο νερό, και αυτό γιατί το νερό αποτελεί μια παγκόσμια κόλλα. Ενώ ο Πολ Κλοντέλ θα γράψει ότι το νερό αποτελεί τη διαλεκτική της ύπαρξης. «Το νερό είναι σαν υπερ-γάλα, η μητέρα των μητέρων».
Αυτό το αντιληπτό του νερού και της απερινόητης παραδοξότητάς του έρχεται έως εμάς όχι με τη μυθολογία του, ούτε με την ποιητική του αύρα, και αυτό γιατί ο εορτασμός έχει πάψει να εξασφαλίζει εκ προοιμίου τον φωτισμό της ψυχής. Γιατί σήμερα η ψυχή είναι άφατη και ξένη προς τον πολιτισμό μας, δεν καταγράφεται στις δέλτους της σύγχρονης ιστορίας μας. Το μάταιο πάθος της κοινωνίας μας, με τη φλύαρη βοή του, δεν μπορεί να παρακολουθήσει τη μεταγωγή της ουσίας των Θεοφανίων. Η κοσμική μας ακηδία δεν κατανοεί το ιδιάζον πνεύμα των Θεοφανίων.
*Καθηγητής Πολιτικής και Κοινωνικής Φιλοσοφίας
πηγήphoto/pixabay
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αποποίηση ευθυνών: Το ιστολόγιο δεν παρέχει συμβουλές, προτροπές και καθοδήγηση.
Εισέρχεστε & εξέρχεστε με δική σας ευθύνη :)