Κυριακή 26 Απριλίου 2015

Γιατί δεν μπορούμε να φανταστούμε το θάνατό μας; 3


Αποσύνδεση νου και σώματος Αλλά η έρευνα του Koocher δεν αναφέρει για το από πού προέρχονται τέτοιες ιδέες. Η υπόθεση Simulation Constraint θεωρεί πως αυτού του είδους η σκέψη είναι έμφυτη και δεν είναι αποτέλεσμα μάθησης. Ευτυχώς, αυτή η υπόθεση είναι διαψεύσιμη (σύμφωνα με τον φιλόσοφο της επιστήμης Carl Popper, μια υπόθεση, πρόταση ή θεωρία είναι επιστημονική, μονάχα εφόσον είναι διαψεύσιμη, δηλαδή είναι δυνατόν να διαψευσθεί από κάποια παρατήρηση ή πείραμα).


Εάν οι πεποιθήσεις για τη μεταθανάτιο ζωή αποτελούν ένα προϊόν πολιτισμικής κατήχησης, με τα παιδιά να προσλαμβάνουν τις ιδέες αυτές μέσα από τις θρησκευτικές διδασκαλίες, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ή να πληροφορούνται από την οικογένεια και τους φίλους τους, τότε κάποιος θα προέβλεπε λογικά πως η λογική της ψυχολογικής συνέχειας θα μειωνόταν με το πέρασμα του χρόνου. Εκτός από το να γίνονται πιο ενήμερα για τη δική τους θνητότητα, τα μεγαλύτερα παιδιά έχουν μια μεγαλύτερη περίοδο έκθεσης στην έννοια της μεταθανάτιας ζωής.

Στην πραγματικότητα, πρόσφατες έρευνες δείχνουν το αντίθετο μοτίβο ανάπτυξης. Σε μια έρευνα του 2004 που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Αναπτυξιακή Ψυχολογία (Developmental Psychology), ο ψυχολόγος του Πανεπιστημίου Atlantic της Φλόριντα, David F. Bjorklund και ο Jesse Bering (συγγραφέας του παρόντος) παρουσίασαν ένα θέατρο με κούκλες σε 200 παιδιά με ηλικίες από τριών μέχρι δώδεκα ετών.

Κάθε παιδί παρακολούθησε την ιστορία ενός μικρού ποντικιού, του Baby Mouse, που περιφερόταν ανέμελα στο δάσος. Και τότε, σύμφωνα με την ιστορία, ο ποντικός πρόσεξε κάτι πολύ περίεργο. Οι θάμνοι άρχισαν να κινούνται! Ένας αλιγάτορας πηδάει μέσα από τους θάμνους και τον καταβρόχθισε ολόκληρο. Ο Baby Mouse δεν είναι πλέον ζωντανός.

Aκριβώς όπως οι ενήλικοι από την προαναφερόμενη έρευνα, τα παιδιά ρωτήθηκαν σχετικά με τις ψυχολογικές λειτουργίες του πεθαμένου Baby Mouse.

Θέλει ακόμα ο Baby Mouse να γυρίσει σπίτι του; ρωτήθηκαν τα παιδιά. Νιώθει ακόμα άρρωστος; Μπορεί ακόμα να μυρίσει τα λουλούδια; Τα νεαρότερα παιδιά που συμμετείχαν στην έρευνα, αυτά που ήταν από τριών έως πέντε ετών, ήταν πολύ πιο πιθανό να δώσουν απαντήσεις που σχετιζόντουσαν με την ψυχολογική συνέχεια απ” ότι τα παιδιά που άνηκαν σε μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες.

Αλλά εδώ βρίσκεται ενα πραγματικά περίεργο σημείο. Ακόμα και τα παιδιά της προσχολικής ηλικίας είχαν μια στέρεη αντίληψη της βιολογικής παύσης. Γνώριζαν, για παράδειγμα, πως ο νεκρός Baby Mouse δε χρειαζόταν πλέον νερό και τροφή.

Γνώριζαν πως δε θα μεγάλωνε για να γίνει ένα ενήλικο ποντίκι. Το 85 τοις εκατό από τα νεαρότερα παιδιά είπαν ακόμα πως ο εγκέφαλος του ποντικού είχε πάψει να λειτουργεί.

Ωστόσο, τα περισσότερα από αυτά τα πολύ μικρά σε ηλικία παιδιά δήλωσαν στη συνέχεια πως ο νεκρός Baby Mouse πεινούσε ή διψούσε, πως ένιωθε καλύτερα ή ακόμα πως εξακολουθούσε να είναι θυμωμένος με τον αδελφό του.

Δε θα μπορούσε να πει κανείς πως τα παιδιά της προσχολικής ηλικίας δεν κατείχαν την έννοια του θανάτου, γιατί σχεδόν όλα τα παιδιά αντιλήφθηκαν πως οι βιολογικές προσταγές έπαψαν να υφίστανται μετά τον θάνατο. Μάλλον, φαίνεται πως είχαν πρόβλημα στο να χρησιμοποιήσουν αυτή τους τη γνώση για να βγάλουν θεωρητικά πορίσματα σχετικά με τις νοητικές λειτουργίες. Από μια εξελικτική σκοπιά, μια συνεπής θεωρία αναφορικά με τον ψυχολογικό θάνατο δεν είναι αναγκαία βιώσιμη.

Ο ανθρωπολόγος H. Clark Barrett του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες, πιστεύει αντ’αυτού πως η κατανόηση της βιολογικής παύσης (για παράδειγμα, πως ένα νεκρό πλάσμα δεν πρόκειται ξαφνικά να σηκωθεί και να σε δαγκώσει) είναι πιθανότατα αυτό που έσωσε ζωές και πέρασε στα γονίδια. Σύμφωνα με τον Barrett, η αντίληψη της παύσης του νου, από την άλλη μεριά, δεν είναι από εξελικτικής απόψεως αναγκαία.

Σε μια έρευνα που έγινε το 2005 και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Cognition, ο Barrett και η ψυχολόγος Tanya Behne από το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ στην Αγγλία ανέφεραν πως τετράχρονα παιδιά που ανατράφηκαν στην πόλη του Βερολίνου ήταν το ίδιο καλά στο να διακρίνουν τα κοιμισμένα από τα νεκρά ζώα όσο καλά ήταν τα παιδιά κυνηγοί που προερχόντουσαν από την περιοχή Shuar του Εκουαδόρ. Ακόμα και τα σύγχρονα παιδιά φαίνονται πως είναι καλά συντονισμένα με τα αντιληπτικά σημεία που σηματοδοτούν τον θάνατο.

Ο πολιτισμικός παράγοντας

Από τη μια μεριά, σε μια πολύ νεαρή ηλικία τα παιδιά αντιλαμβάνονται πως τα νεκρά σώματα δεν πρόκειται να επανέλθουν στη ζωή. Από την άλλη μεριά, επίσης σε πολύ νεαρή ηλικία, τα παιδιά συνδέουν τον θάνατο με συνεχιζόμενες ψυχολογικές λειτουργίες. Που λοιπόν συναντούνται οι πολιτισμικές καταβολές και οι θρησκευτικές διδαχές;

Στην πραγματικότητα, η έκθεση στην έννοια της μεταθανάτιας ζωής παίζει έναν σημαντικό ρόλο στον εμπλουτισμό και στην επεξεργασία της φυσικής γνωσιακής υπόθεσης, είναι κάτι σαν μια σκαλωσιά για αρχιτέκτονες όπου οι πολιτισμικές καταβολές αναπτύσσουν και διακοσμούν τους ενδογενείς ψυχολογικούς δομικούς λίθους των θρησκευτικών πεποιθήσεων.

Το τελικό προϊόν μπορεί να είναι όσο φανταχτερό ή ασκητικό θέλει κανείς, από τις πεποιθήσεις για τη μετενσάρκωση των οπαδών του Βουδισμού μέχρι κάποιου απλού ανθρώπου που πιστεύει ότι απλά υπάρχει κάτι μετά από τον θάνατο.

Για να υποστηρίξουν την ιδέα για πολιτισμικές επιδράσεις στη φυσική τάση σχετικά με την άρνηση του θανάτου του νου ο ψυχολόγος του Πανεπιστημίου του Harvard Paul Harris και η ερευνήτρια Marta Gimenez του Εθνικού Πανεπιστημίου Εκπαίδευσης από Απόσταση της Ισπανίας, έδειξαν πως όταν η διατύπωση σε συνεντεύξεις μετατρέπεται με τρόπο ώστε να περιλαμβάνει ιατρικούς ή επιστημονικούς όρους, η δικαιολόγηση για ψυχολογική συνέπεια μειώνεται.

Σ” αυτήν την έρευνα που έγινε το 2005 και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Journal of Cognition and Culture, παιδιά με ηλικία από επτά μέχρι και ένδεκα ετών που προέρχονταν από τη Μαδρίτη, άκουσαν μια ιστορία σχετικά με έναν παπά που είπε σ” ένα παιδί ότι η πεθαμένη γιαγιά του είναι παρέα με τον Θεό.

Τα παιδιά αυτά ήταν περισσότερο πιθανό να αποδώσουν συνεχιζόμενες νοητικές καταστάσεις σε αυτούς που είχαν πεθάνει από μια άλλη ομάδα παιδιών που άκουσαν μια πανομοιότυπη ιστορία η οποία αντί για έναν παπά είχε έναν γιατρό ο οποίος έλεγε στο παιδί πως ο παππούς του ήταν νεκρός και είχε θαφτεί.

Και σε μια επανάληψη του πειράματος με τον Baby Mouse που έγινε το 2005 και που δημοσιεύτηκε στο British Journal of Developmental Psychology, ο ψυχολόγος David Bjorklund και ο συγγραφέας συνεργάστηκαν με τον ψυχολόγο Carlos Hermandez Blasi από το Πανεπιστήμιο Jaume I της Ισπανίας για να συγκρίνουν παιδιά από ένα καθολικό σχολείο με παιδιά που παρακολουθούσαν ένα δημόσιο κανονικό σχολείο στο Castellon της Ισπανίας.

Όπως και με την προηγούμενη έρευνα, μια μεγάλη πλειοψηφία από τα νεαρότερα παιδιά, δηλαδή αυτά που ήταν πέντε ως έξι χρονών, που προέρχονταν και από τα δυο εκπαιδευτικά υπόβαθρα, έδωσαν απαντήσεις για το ότι οι νοητικές καταστάσεις του νεκρού Baby Mouse επιβίωναν μετά τον θάνατο.

Το είδος των μαθημάτων, οι συνήθειες στο σχολείο ή η θρησκεία δεν έδειξαν κάποια διαφορά. Όσο μεγαλύτερα ήταν ωστόσο τα παιδιά, οι πολιτισμικές καταβολές άρχιζαν να επιδρούν σε μεγαλύτερο βαθμό κι έτσι τα παιδιά από το καθολικό σχολείο έτειναν περισσότερο να δώσουν δικαιολογήσεις ψυχολογικής συνέχειας απ” ότι τα παιδιά που προερχόντουσαν από κανονικό σχολείο.

Υπήρχαν ακόμα και κάποια παιδιά με ιδέες παρόμοιες με τον εξαλειπτικό υλισμό, στην ομάδα των παιδιών που προερχόντουσαν από το κανονικό σχολείο.

Ελεύθερα πνεύματα

Το είδος των γνωσιακών περιορισμών που συζητήθηκαν νωρίτερα μπορεί να είναι υπεύθυνοι για την έμφυτη αίσθηση που έχουμε για την αθανασία.

Αλλά παρόλο που η “υπόθεση της περιορισμένης προσομοίωσης” βοηθάει στο να εξηγηθεί το γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι πιστεύουν σε κάτι το τόσο φανταστικά παράλογο όσο η μεταθανάτια ζωή, δεν εξηγεί γιατί οι άνθρωποι βλέπουν την ψυχή να αποκολλάται από το σώμα και να επιπλέει σαν ένα αόρατο μπαλόνι γεμισμένο με ήλιο κατευθυνόμενη στο βασίλειο της αιωνιότητας.

Άλλωστε, δεν υπάρχει κάτι που μας περιορίζει στο να συνεχίζουμε να έχουμε τις πεποιθήσεις μας για μεταθανάτιο ζωή συμπεριλαμβάνοντας στις πεποιθήσεις αυτές την ιδέα ότι ο νους συνεχίζει να κατοικεί στο ενταφιασμένο κρανίο και κείτεται εκεί σε μια αιώνια μακάρια ευτυχία. Αλλά σχεδόν κανένας δεν βλέπει την συνέχεια της ύπαρξης του νου με τον τρόπο αυτό.

Όταν ήμασταν ακόμα βρέφη, μάθαμε πως οι άνθρωποι δεν σταματούν να υπάρχουν απλά επειδή δεν μπορούμε να τους δούμε. Το ίδιο συμβαίνει και με τα αντικείμενα, τα παιδιά σε κάποιο στάδιο της ανάπτυξής τους μαθαίνουν πως τα αντικείμενα διατηρούνται κι έτσι μπορεί να παίξει κανείς μαζί τους κρύβοντας αντικείμενα τα οποία τα παιδάκια στη συνέχεια τα ψάχνουν εφόσον αντιλαμβάνονται ότι συνεχίζουν να υπάρχουν.

Αυτή η ψυχολογική λειτουργία μας οδηγεί στο να υποθέτουμε πως οι άνθρωποι που γνωρίζουμε βρίσκονται κάπου και κάνουν κάτι και δεν εξαφανίζονται όταν δεν είμαστε σε επαφή μαζί τους. Για τους ανθρώπους είναι λοιπόν δύσκολο να σβήσουν αυτήν την ψυχολογική αντίληψη της διατήρησης και διάρκειας των ατόμων απλά και μόνο επειδή κάποιος ξαφνικά πεθαίνει.

Αυτή η δυσκολία είναι ακόμα πιο έντονη για τους ανθρώπους που βρίσκονται κοντά μας και τους οποίους φανταζόμαστε σε συχνή βάση να εμπλέκονται σε διάφορες καθημερινές δραστηριότητες ακόμα και όταν δεν τους βλέπουμε. Έτσι, η έννοια της διατήρησης μπορεί να είναι το τελικό γνωσιακό μας εμπόδιο που δε μας αφήνει να αντιληφθούμε τον θάνατο ως κάτι το τελειωτικό.

Αντίθετα, είναι πολύ πιο φυσικό να φανταζόμαστε όσους έχουν απεβιώσει σα να συνεχίζουν να υπάρχουν με κάποιον ασαφή τρόπο, σε κάποιον τόπο χωρίς να μπορούμε να τους παρατηρήσουμε, ζώντας κανονικά τις νεκρές τους ζωές.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το blog ΟΛΑ ΛΑΘΟΣ ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει σχετικά σε άρθρα που αναδημοσιεύονται από διάφορα ιστολόγια. Δημοσιεύονται όλα για την δική σας ενημέρωση.