Η συζήτηση για την ψήφο των αποδήμων αποτελεί μία ακόμη εκκρεμότητα της Μεταπολίτευσης. Επανέρχεται τώρα έντονα στον δημόσιο διάλογο από τη Νέα Δημοκρατία που τη ρίχνει στο τραπέζι των μικροκομματικών τακτικισμών, προκειμένου να παζαρέψει τη θέση που θα κρατήσει σε ένα εντελώς διαφορετικό ζήτημα, αυτό της κατάτμησης των εκλογικών περιφερειών.
Ζητά, λοιπόν, την ταυτόχρονη χορήγηση ψήφου στους Ελληνες του εξωτερικού, με αντάλλαγμα τη συναίνεσή της στη διαίρεση της Β’ Αθήνας, με την οποία κατά τ’ άλλα δηλώνει ότι συμφωνεί! Αλλά τι ακριβώς σημαίνει αυτό το μέτρο; Ποιους τελικά αφορά και τι στ’ αλήθεια κρύβεται από πίσω;
Τεχνικά πολύπλοκο
ΜΟΤΙΟΝΤΕΑΜ/ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ
Ας βάλουμε τα πράγματα στη σειρά. Κατ’ αρχάς μιλάμε για τη χορήγηση της δυνατότητας στους εγγεγραμμένους στους εκλογικούς καταλόγους Ελληνες πολίτες να ασκούν το εκλογικό τους δικαίωμα στη χώρα διαμονής τους.
Το θέμα είναι τεχνικά πολύπλοκο και έχει τη σημασία του στον βαθμό που αφορά τη διευκόλυνση των Ελλήνων πολιτών του εξωτερικού που διατηρούν ισχυρούς δεσμούς με τη χώρα μας.
Πόσω μάλλον όσων υποχρεώθηκαν να μεταναστεύσουν εξαιτίας της οικονομικής κρίσης και της εφαρμογής των μνημονίων με σκοπό κάποτε να επιστρέψουν.
Σύμφωνα με τη σχετική έκθεση (Δεκέμβριος 2017) της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ), αυτοί που έφυγαν την περίοδο 2008-2015 φτάνουν τα 699.118 άτομα.
Και αν όμως δεν αφορά μόνο αυτούς; Αν τελικά αφορά πολύ περισσότερους ανθρώπους που επί της ουσίας δεν έχουν καμία βιοτική σχέση με τη χώρα μας;
Μιλώντας προχθές στο Ρ/Σ «Κανάλι 1», η εκπρόσωπος Τύπου της Ν.Δ. έσπευσε να διευκρινίσει ότι αυτοί τους οποίους αφορά η σχετική πρόταση του κόμματός της «δεν είναι καινούργιοι ψηφοφόροι, θέλω να το ξεκαθαρίσουμε αυτό. Είναι ψηφοφόροι οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους», περιγράφοντας ότι «βρίσκονται στο εξωτερικό, πριν πολλά χρόνια, είτε έχουν φύγει την τελευταία δεκαετία λόγω της οικονομικής κρίσης». Και επέμεινε ότι «δεν πάμε να αλλάξουμε τη σύσταση του εκλογικού σώματος».
Μόνο που οι «εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους» είναι όλοι όσοι έχουν την ελληνική ιθαγένεια. Και όπως εξηγεί στην «Εφ.Συν.» ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Νίκος Αλιβιζάτος, η Ελλάδα είναι ίσως η μόνη χώρα στον κόσμο που ο Κώδικας Ιθαγένειας παραδοσιακά προβλέπει ότι ένας μετανάστης ακόμα και πέμπτης γενιάς, αν αποδείξει τη διαδοχή των γενεών, μπορεί να αποκτήσει την ελληνική ιθαγένεια.
Δηλαδή, ο σημερινός απόγονος κάποιου που έφυγε από την Καλαμάτα στις πρώτες δεκαετίες του 1900 για να πάει στην Αμερική, μπορεί να αποκτήσει το δικαίωμα ψήφου στην Ελλάδα έστω και μετά από 100 χρόνια. Και μιλάμε για έναν τέτοιο αριθμό δυνητικών εκλογέων που τελικά θα ανέτρεπε θεμελιώδη δεδομένα του εκλογικού δικαίου στη χώρα μας.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι κατά την πρόσφατη περιοδεία του στις ΗΠΑ (Μάρτιος 2018) ο Κυριάκος Μητσοτάκης μίλησε για δικαίωμα ψήφου στον τόπο κατοικίας τους για τους «ομογενείς». Ορος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει όχι μόνο εκείνους που έφυγαν από τη χώρα μας, αλλά κατά κύριο λόγο τους πολίτες άλλων χωρών που έχουν μακρινή καταγωγή από την Ελλάδα. Η Ν.Δ. παραδοσιακά φλερτάρει με τη λεγόμενη ομογένεια γιατί θεωρεί ότι αποτελεί έναν κατά βάση συντηρητικό και δεξιό χώρο και άρα δικό της ακροατήριο.
Οπως μας θυμίζει ο Δημήτρης Χριστόπουλος, πρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, στη συνταγματική αναθεώρηση του 2001 υπήρξε πρόβλεψη για επιστολική ψήφο με νόμο που πρέπει να ψηφίσει αυξημένη πλειοψηφία δύο τρίτων. Από τότε το ζήτημα επανέρχεται διαρκώς με πρωτοβουλία της συντηρητικής παράταξης και το 2009 η κυβέρνηση της Ν.Δ. έφερε σχετικό νομοσχέδιο, αλλά το ΠΑΣΟΚ ως αξιωματική αντιπολίτευση δεν συναίνεσε.
«Ομως, πώς θα διακρίνουμε τον απόδημο Ελληνα που έχει βιοτικούς δεσμούς με την Ελλάδα από εκείνον που απλώς έχει μια νοσταλγία για μια χώρα που δεν γνωρίζει; Πώς θα προφυλάξουμε τον δικό μας δημοκρατικό αυτοκαθορισμό σαν πολιτική κοινότητα από την πιθανή ψήφο ανθρώπων που δεν έχουν σχέση με την Ελλάδα;» ρωτά ο κ. Χριστόπουλος και τονίζει πως το πρόβλημα είναι ότι «δυστυχώς, δεν υπάρχει ικανή δικλίδα ασφαλείας στην ελληνική έννομη τάξη».
Και τι συμβαίνει στις άλλες χώρες; Σύμφωνα με την έκθεση της ΕΕΔΑ, από τα 57 συμβαλλόμενα κράτη του Συμβουλίου της Ευρώπης στα 45 αναγνωρίζεται δικαίωμα ψήφου στους εκτός επικρατείας εκλογείς. Αλλά και εκεί υπάρχουν ποικίλες διαφοροποιήσεις και περιορισμοί ως προς τον ορισμό του εκτός επικρατείας εκλογικού σώματος (χρονικοί περιορισμοί σχετικά με την παραμονή ή απουσία από τη χώρα καταγωγής), ως προς το είδος της εκλογικής διαδικασίας που αυτοί συμμετέχουν (βουλευτικές εκλογές, τοπικές εκλογές κ.λπ.) και ως προς τη μέθοδο της εκλογικής διαδικασίας (αυτοπρόσωπη ψήφος σε πρεσβείες και προξενεία, ψήφος δι’ αντιπροσώπου, επιστολική ψήφος κ.λπ.).
Σε αυτό το πλαίσιο η ΕΕΔΑ καλεί τον Ελληνα νομοθέτη «να ανταποκριθεί σε ένα ιστορικό αίτημα του Ελληνισμού, αλλά πλέον και στη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα του διαρκώς αυξανόμενου αριθμού Ελλήνων πολιτών που εκπατρίζονται εξαιτίας της κρίσης» και εισηγείται τρεις εναλλακτικές: είτε να δοθεί σε όλους τους εκτός επικρατείας εκλογείς η δυνατότητα ψήφου, είτε να μπουν περιορισμοί στη δυνατότητα αυτή, είτε να προβλεφθεί ότι αυτή η ψήφος θα μετρά μόνο για τρεις έδρες του ψηφοδελτίου επικρατείας και δεν θα προσμετράται για την εξαγωγή του εκλογικού μέτρου.
Το δεδομένο είναι ότι η Ελλάδα έχει δυσανάλογα μεγάλο αριθμό αποδήμων, καθώς αποτελεί χώρα-εξαγωγέα μεταναστών και όχι υποδοχής, όπως οι ΗΠΑ, η Γαλλία ή άλλες μεγάλες χώρες. Επομένως, δεν μπορεί να συγκριθεί μαζί τους.
Ο Ν. Αλιβιζάτος επισημαίνει ότι εφόσον μιλάμε για πολίτες που έχουν ελληνική ιθαγένεια και άρα και δικαίωμα ψήφου, δεν μπορούν να μπουν περιορισμοί στην άσκηση του εκλογικού τους δικαιώματος από τον τόπο διαμονής τους, εφόσον το μέτρο αυτό εφαρμοστεί. Τονίζει, ωστόσο, ότι δεν μπορεί «η Αστόρια να βγάζει βουλευτή Χίου ή να βγάζουν οι Αρκάδες της Νέας Υόρκης βουλευτή Αρκαδίας».
Ετσι προτείνει το μέτρο να ισχύσει για την εκλογή περιορισμένου αριθμού βουλευτών που δεν θα αφορά την εκλογική περιφέρεια και θα λαμβάνεται υπόψη στο συνολικό αποτέλεσμα.
Υπογραμμίζει, τέλος, τις τεχνικές δυσκολίες που πρέπει να ξεπεραστούν ούτως ώστε να μην μπορεί να υπάρξει νοθεία.
Ο Δ. Χριστόπουλος επισημαίνει ότι «ενώ στη ρητορεία είμαστε πρώτοι σε ό,τι αφορά την πολιτική συμμετοχή των αποδήμων, στο διά ταύτα φοβόμαστε. Ετσι μένουμε άπρακτοι περίπου πενήντα χρόνια από τη μεταπολίτευση. Φοβόμαστε διότι δεν ξέρουμε τι θα μας προκύψει αν στηθούν κάλπες στη Μελβούρνη και την Αστόρια της Νέας Υόρκης. Είμαστε αμήχανοι ενώπιον της βούλησης ενός αδιάγνωστου εκλογικού σώματος. Για τον λόγο αυτόν, μου φαίνεται ότι και σήμερα η πρόταση της Ν.Δ. δεν πρόκειται να τελεσφορήσει. Οι Ελληνες απόδημοι πρέπει να διευκολυνθούν ώστε να ψηφίσουν, αλλά η νομοθεσία πρέπει να μεριμνήσει ώστε να διευκολυνθεί η ψήφος των ανθρώπων που έχουν βιοτικούς δεσμούς με την Ελλάδα και όχι όλης της ελληνικής διασποράς».
Η συζήτηση είναι μακρά και με όλα αυτά τα δεδομένα η σημερινή πρόταση της Ν.Δ. μοιάζει όλο και περισσότερο με πρόσχημα για να μην μπει στον διάλογο για τη Β’ Αθήνας.
Αλλωστε και η ίδια έχει αναγνωρίσει τη δυσκολία και την πολυπλοκότητα της θέσπισης του εκλογικού δικαιώματος ψηφοφόρων εκτός Ελλάδας.
Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι όταν κατέθεσε το σχετικό νομοσχέδιο του 2009, επί κυβέρνησης Καραμανλή, προβλεπόταν ψήφος κατά εκλογικές περιφέρειες (άρθρο 2,6), ενώ στο προσχέδιο του 2016 (άρθρο 3) που επανακατατέθηκε το 2017 προβλέπεται μόνο ψήφος σε κόμματα που έχουν καταρτίσει συνδυασμούς επικρατείας και αποκλείεται η ψήφος κατά περιφέρειες.
Η θέση της κυβέρνησης και των κομμάτων
Σύμφωνα με τον υπουργό Εσωτερικών, η κυβέρνηση δεν είναι εξαρχής αντίθετη στη χορήγηση ψήφου στους απόδημους, αλλά για να γίνει αυτό εφικτό πρέπει να εξεταστεί πλήθος παραμέτρων ουσιαστικού -όχι απλώς τεχνικού- χαρακτήρα. Ο Π. Σκουρλέτης, επικαλούμενος και συζητήσεις του με συνταγματολόγους, έχει αναφέρει ότι προϋπόθεση για τη χορήγηση ψήφου στους απόδημους είναι η καταγραφή τους στην τελευταία απογραφή, ενώ υπογραμμίζει ότι μια τέτοια ρύθμιση πρέπει να είναι συμβατή με το Σύνταγμα.Παραθέτοντας ως παράδειγμα την περίπτωση των ετεροδημοτών, έθεσε συγκεκριμένα ερωτήματα:
● Πώς θα συγκροτούνται τα εκλογικά τμήματα των αποδήμων;
● Τι γίνεται με το δικαίωμα του σταυρού;
Υπέρ της δυνατότητας ψήφου στους Ελληνες του εξωτερικού τάσσεται το ΚΙΝ.ΑΛΛ. Σχετική πρόβλεψη περιλαμβάνεται στις προτάσεις που καταθέτει για ένα σύνολο αλλαγών στον εκλογικό νόμο. Το ΚΙΝ.ΑΛΛ. υποστηρίζει ότι όσοι κατοικούν στο εξωτερικό και είναι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους της χώρας, θα πρέπει να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα ψηφίζοντας σε πρεσβείες, προξενεία και άλλους χώρους που θα επιλεγούν.
Tο ΚΚΕ είναι αντίθετο στην καθολική ψήφο με το σκεπτικό ότι διογκώνεται υπέρμετρα το εκλογικό σώμα με ανθρώπους που έχουν χάσει την επαφή με την Ελλάδα και δεν θα υποστούν τις συνέπειες της πολιτικής τους επιλογής. Θεωρεί ότι θα μπορούσε να διευκολυνθεί ένας κόσμος που θέλει να έρθει στη χώρα να ψηφίσει, όπως επίσης και να διαμορφωθεί μια ειδική εκλογική περιφέρεια που θα αναδεικνύει βουλευτές από την ομογένεια, χωρίς όμως να προσμετράται στο γενικό εκλογικό ποσοστό και στον πολιτικό συσχετισμό.
Οι ΑΝ.ΕΛΛ., στο πλαίσιο του διαλόγου για τη συνταγματική αναθεώρηση, έχουν προτείνει να δοθεί δικαίωμα ψήφου στους απόδημους στις χώρες όπου διαμένουν. Παράλληλα, έχουν προτείνει να θεσμοθετηθεί με νόμο η αύξηση των εδρών των βουλευτών Επικρατείας σε 20, ώστε να εκλέγονται και ομογενείς.
Τέλος, η Ενωση Κεντρώων υποστηρίζει τη δυνατότητα ψήφου στους ομογενείς, σημειώνοντας ότι το συγκεκριμένο ζήτημα χρειάζεται σοβαρή αντιμετώπιση και επίλυση των όποιων νομοτεχνικών θεμάτων προκύπτουν. Προτείνει να συσταθεί διακομματική επιτροπή και να εξεταστούν όλα τα ζητήματα που αφορούν την ψήφο των ομογενών.
http://www.efsyn.gr/arthro/ti-kryvetai-piso-apo-tin-psifo-ton-apodimon
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αποποίηση ευθυνών: Το ιστολόγιο δεν παρέχει συμβουλές, προτροπές και καθοδήγηση.
Εισέρχεστε & εξέρχεστε με δική σας ευθύνη :)